Ήξερα παλιά ένα γέρο, γέροντα σοφό,
που κρατούσε στην καρδιά του ένα μυστικό
και μου έλεγε συχνά «μια μέρα θα στο πω,
ας το πω προτού να φύγω απ’ τον κόσμο αυτό».
που κρατούσε στην καρδιά του ένα μυστικό
και μου έλεγε συχνά «μια μέρα θα στο πω,
ας το πω προτού να φύγω απ’ τον κόσμο αυτό».
Κι έτσι διάλεξε μια μέρα, μέρα βροχερή,
το μεγάλο μυστικό του να φανερωθεί,
μου το φόρτωσε στον ώμο να το κουβαλώ
και σ’ όποιον Έλληνα θα βρω σε κείνον να το πω.
Ψηλά, ψηλά, μη σκύβεις το κεφάλι,
στα χέρια μας θα ‘ρθει ξανά η Πόλη η μεγάλη.
Κοντά, κοντά, κοντά είναι η ώρα,
μη φοβάσαι τη φωτιά και μη σε σκιάζει η μπόρα.
Άρχισα λοιπόν ταξίδι, δρόμο μακρινό,
δρόμο ποτισμένο από αίμα ελληνικό,
πέρναγα ποτάμια, λίμνες κι άγρια βουνά,
η φωτιά του γέροντα να φτάσει μακριά.
Κι ένα βράδυ στ’ όνειρό μου ήρθε η Παναγιά,
να μου φανερώσει πως ζυγώνει η λευτεριά,
να μου πει πως έφτασε η ώρα η στερνή,
η Ελλάδα η Μεγάλη πως θ’ αναστηθεί.
Ψηλά, ψηλά, μη σκύβεις το κεφάλι,
στα χέρια μας θα ‘ρθει ξανά η Πόλη η μεγάλη.
Κοντά, κοντά, κοντά είναι η ώρα,
μη φοβάσαι τη φωτιά και μη σε σκιάζει η μπόρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου